Οι ιστορικοί νόμοι, αδίστακτοι και επαναλαμβανόμενοι με θαυμαστή νομοτέλεια, εμφανίστηκαν ξανά εκείνο το μαύρο πρωινό της 20ής Ιουλίου 1974. Συγκλονιστικό έγγραφο αποδεικνύει ότι οι ΗΠΑ γνώριζαν επακριβώς πού θα σταματήσουν οι Τούρκοι εισβολείς και θα μπορούσαν, αν το επιθυμούσαν, να αποτρέψουν τα τουρκικά σχέδια. Η Κύπρος έπεσε θύμα ξένης συνωμοσίας που εξυφαίνετο για χρόνια. Η Τουρκία βυσοδομούσε να εισβάλει στην Κύπρο και προετοίμαζε σχετικά το έδαφος, ενώ από την άλλη πλευρά, οι διάφορες ελληνικές κυβερνήσεις και ο Μακάριος έριζαν και δεν έβρισκαν τρόπο για συνεννόηση, ώστε να αποτραπεί το κακό.
Ο ίδιος έλεγε σε συνεντεύξεις τους, προκαλώντας τη Χούντα, ότι επέπλευσε 13 ελληνικών κυβερνήσεων και οι χουντικοί ορκίζονταν να τον ξηλώσουν. Ειρωνεία...! Ο πραγματικός εχθρός βυσοδομούσε και ετοίμαζε τα σάβανά μας. Η νεότερη πιο ψύχραιμη προσέγγιση για ό,τι τραγικό έγινε τότε δείχνει ότι η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία του έθνους άφησε ελάχιστους Έλληνες στρατιώτες και αξιωματικούς να τα βγάλουν πέρα με το σιδερόφρακτο Αττίλα. Οι μονάδες της Εθνοφρουράς και της ΕΛΔΥΚ έγιναν ολοκαύτωμα, αλλά δεν ήσαν αρκετές για να ακυρώσουν τους καλά προετοιμασμένους τουρκικούς σχεδιασμούς. Ο Αττίλας, παρατηρούν όλοι σήμερα, δεν μπορούσε να είναι έτοιμος για εισβολή μέσα σε τόσο λίγες μέρες. Ήταν έτοιμος και αποφασισμένος από καιρό και ενέργησε μόλις οι ίδιοι οι Έλληνες της Αθήνας και της Λευκωσίας του έδωσαν την ευκαιρία. Ο ιστορικός Σταύρος Καρκαλέτσης παρατηρεί για τις πρώτες μέρες της εισβολής: «Τούρκοι αλεξιπτωτιστές παρακολουθούν τη ρίψη συναδέλφων τους, ενώ διακρίνονται οι καπνοί από τα καπνογόνα που χρησιμοποιούνται για τη σήμανση των χώρων συγκέντρωσης των μονάδων». Σύμφωνα με το Σταύρο Καρκαλέτση και άλλους Ελλαδίτες αναλυτές, που είχαν πρόσβαση στο φάκελο της Κύπρου και γνωρίζουν πολλά, το 1974, ο «Αττίλας» ξανακτυπούσε για δεύτερη φορά το νησί μας με τον ίδιο πάλι σκοπό: Την κατάκτηση.
Αντίξοες συνθήκες
Οι συνθήκες ήταν αντίξοες εξαιτίας εσωτερικών, αλλά και εξωγενών παραγόντων. Πρώτον, η Ελλάδα ήταν δέσμια της γεωγραφίας ως προς την υπεράσπιση της Κύπρου. Η Κύπρος, σύμφωνα τουλάχιστον με το τότε κυρίαρχο δόγμα, ήταν μια γεωστρατιωτικώς μακρινή υπόθεση. Δεύτερον, η στρατηγική αποτροπή, η οποία άρχισε να υλοποιείται το 1964, είχε πλέον «εξατμιστεί», αφού ο εγγυητής της, η ελλαδική μεραρχία, είχε από τον Δεκέμβριο του 1967 αποσυρθεί από το νησί. Και τρίτον, και χειρότερο όλων, το έθνος εισερχόταν στον αγώνα βαθιά διχασμένο, μέσα από μία αυτοκαταστροφική πορεία, η οποία κορυφώθηκε και εκφράσθηκε με την εκδήλωση του πραξικοπήματος, πέντε ημέρες πριν από την τουρκική εισβολή. Σε ένα τέτοιο θολό τοπίο, ο κυπριακός Ελληνισμός, διαιρεμένος και με τα πολιτικά πάθη οξυμμένα όσο ποτέ, εισήλθε στον αγώνα υπέρ βωμών και εστιών. Οι Ελλαδίτες και οι Κύπριοι, οπλίτες και αξιωματικοί, κατήλθαν στον αγώνα έμπλεοι ενθουσιασμού και υψηλού φρονήματος, ιδιαίτερα στην πρώτη φάση της εισβολής, όταν πίστευαν ακλόνητα ότι η Ελλάδα θα επενέβαινε. Δυστυχώς, όμως, το αυτοαποκαλούμενο εθνικό κέντρο δεν φρόντισε, έστω και την ύστατη ώρα, να δικαιολογήσει τον τίτλο του. Τα «ελληνικά φτερά» παρέμειναν καθηλωμένα στα αεροδρόμια, ενώ θα μπορούσαν να μετατρέψουν τις ακτές της Κερύνειας σε τάφο του τουρκικού επεκτατισμού. Μόνοι, λοιπόν, έμειναν και πολέμησαν τον «Αττίλα» οι Έλληνες στρατιώτες Ελλαδίτες και Κύπριοι.
Η ημισέληνος βρυχάται
Οι προετοιμασίες των τουρκικών δυνάμεων που θα εκτελούσαν την απόβαση, ξεκίνησαν τον Απρίλιο του 1974. Η ΚΥΠ ενημέρωνε το Πεντάγωνο για αυξημένη τουρκική δραστηριότητα. Η λειτουργία του τουρκικού ραντάρ στο ακρωτήριο Αναμούρ (απέναντι από την Κύπρο) είχε ενταθεί, ενώ ο κύριος όγκος των μαχητικών αεροσκαφών της Τουρκικής Αεροπορίας μετακινούνταν προς το δυτικό και νότιο τμήμα της χώρας. Την Τρίτη 16 Ιουλίου 1974, έπειτα από τετράωρη σύσκεψη στο τουρκικό Γενικό Επιτελείο Στρατού, αποσαφηνίστηκε το τελικό σχέδιο της εισβολής.
Στις 17 Ιουλίου συγκεντρώθηκαν στο λιμάνι της Μερσίνας τα αποβατικά και αρματαγωγά σκάφη που θα μετέφεραν το πρώτο αποβατικό κύμα. Την ημέρα αυτή μεταφέρθηκαν στη Μερσίνα και φορτώθηκαν στα σκάφη 50 τόνοι πυρομαχικών. Ολόκληρη η τουρκική επικράτεια καταλήφθηκε από πολεμικό παροξυσμό. Οι πόλεις σείονταν από ανθελληνικές διαδηλώσεις, όπου κυριάρχησαν το σύνθημα «μουνταχαλέ» (απόβαση), ενώ ο τουρκικός Τύπος υποδαύλιζε στο έπακρο τα πλήθη.
Η τουρκική νηοπομπή
H τουρκική νηοπομπή εντοπίστηκε από τα ελληνικά ραντάρ το βράδυ της παραμονής της εισβολής. Μιάμιση ώρα, η Ναυτική Διοίκηση Κύπρου ανέφερε την πρόοδο του πλου, οι απαντήσεις όμως από την Αθήνα έφθαναν στερεότυπες και καθησυχαστικές: «Δεν δικαιολογείται ανησυχία. Πρόκειται περί γυμνασίων». Το χάραμα της 20ής Ιουλίου 1974, από ελληνικής πλευράς βρίσκονταν στην περιοχή της Κερύνειας τρία τάγματα πεζικού, δύο μοίρες πυροβολικού και δύο πυροβολαρχίες ορεινού πυροβολικού. Το μεγαλύτερο μέρος των τριών μοιρών καταδρομών παρέμενε στην πρωτεύουσα, λόγω του πραξικοπήματος. Πριν από την εκτέλεση της απόβασης, όμως, ανέλαβε δράση η τουρκική Αεροπορία. Στις πέντε τα ξημερώματα άρχισαν οι προσβολές στόχων με επίκεντρο την ευρύτερη Κερύνεια. Προσβλήθηκαν στρατόπεδα πεζικού και πυροβολικού, το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Φρουράς (ΓΕΕΦ), το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ και ο Διεθνής Αερολιμένας Λευκωσίας. Το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ, στη Μακεδονίτισσα Λευκωσίας, υπέστη μεγάλες καταστροφές. Ο διοικητής της, όμως, είχε την πρόνοια να διατάξει, περί τις 04.00, διασπορά. Έτσι, όταν η τουρκική Αεροπορία το προσέβαλε με σφοδρότητα, το στρατόπεδο ήταν άδειο. Οι μεγαλύτερες απώλειες, όμως, εντοπίσθηκαν στις μονάδες πυροβολικού, οι οποίες δεν προέβησαν σε διασπορά. Η 185 Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού προσβλήθηκε από αέρος ακριβώς την ώρα που εξερχόταν του στρατοπέδου. Το προπορευόμενο όχημά της κτυπήθηκε από εμπρηστική βόμβα ναπάλμ με αποτέλεσμα τον θάνατο έξι ανδρών. Πολλά οχήματα και πέντε πυροβόλα της μοίρας καταστράφηκαν. Αντίθετα, άλλες μοίρες κινήθηκαν γρήγορα και έφθασαν στις προβλεπόμενες θέσεις χωρίς απώλειες.
Οι βομβαρδισμοί συνεχίστηκαν αμείωτοι και, γύρω στις 07.30, προσέλαβαν νέα ένταση. Πολλά σημεία στη Λευκωσία φλέγονταν. Τα τουρκικά F-100 εφορμούσαν ανά ζεύγος από ύψος 120-150 ποδών, βομβάρδιζαν και προέβαιναν πάλι σε ταχεία ανύψωση.
Μετά τις πρώτες επιθέσεις, άρχισε η ρίψη αλεξιπτωτιστών στο νοτιοανατολικό τμήμα του θύλακου Λευκωσίας-Κιόνελι, κοντά στο χωριό Χαμίτ Μάνδρες. Στο βόρειο άκρο, προς την Αγύρτα, είχε ήδη ξεκινήσει η μεταφορά δι' ελικοπτέρων των Τούρκων καταδρομέων. Τα τουρκικά μεταγωγικά αεροσκάφη C-47 πετούσαν σε χαμηλό ύψος και με μικρή ταχύτητα, αποτελώντας ελκυστικούς και ευάλωτους στόχους.
Το ΓΕΕΦ ζήτησε από την Αθήνα «αποδέσμευσιν των πυροβόλων διά να κτυπηθούν οι αλεξιπτωτισταί». Από την Αθήνα δόθηκε μία απάντηση πρωτάκουστη στα παγκόσμια στρατιωτικά χρονικά: «Αυτοσυγκράτησις». Ενώ οι αδιάλειπτες αεροπορικές προσβολές μείωναν ακόμα περισσότερο την αποδιαρθρωμένη από το πραξικόπημα Εθνική Φρουρά, ενώ ο κεντρικός τουρκοκυπριακός θύλακος ενισχυόταν με δυνάμεις αλεξιπτωτιστών και καταδρομέων, η αποβατική νηοπομπή προσέγγισε πλέον τον χώρο απόβασης...
Μανιασμένοι...
ΗTAN τέτοια η μανία του τουρκικού πλήθους, ώστε όταν εκδηλώθηκε η εισβολή, το πρωινό της 20ής Ιουλίου, στα στρατολογικά γραφεία των Αδάνων σημειώθηκε κοσμοσυρροή. Χιλιάδες Τούρκοι, μαινόμενοι, προσήλθαν εθελοντικά και ζητούσαν οπλισμό και επιβίβαση για την Κύπρο... Την ίδια στιγμή η ΤΟΥΡΔΥΚ (Τουρκική Δύναμη Κύπρου) και τα τάγματα των Τουρκοκύπριων μουτζαχίτ τέθηκαν σε επιφυλακή.
Οι προετοιμασίες κορυφώθηκαν στις 19 Ιουλίου. Νωρίς το πρωί ολοκληρώθηκε η επιβίβαση των μονάδων στα αποβατικά σκάφη και η νηοπομπή απέπλευσε. Αποτελείτο από 20 περίπου μέσα και γενικής χρήσης αποβατικά, αρματαγωγά περιορισμένης μεταφορικής ικανότητας (έως τρία άρματα) και ένα μεγάλο αρματαγωγό. Για την προστασία της νηοπομπής το τουρκικό Πολεμικό Ναυτικό διάθεσε πέντε αντιτορπιλικά. Η επιβιβασθείσα πρώτη δύναμη ανήλθε στους περίπου 3.200 άνδρες.
Μια καθαρά αποστολή αυτοκτονίας
ΣTO Ναυτικό Σταθμό Κερύνειας ναυλοχούσαν δύο από τις έξι συνολικά κυπριακές τορπιλακάτους. Στις 04.45 διατάχθηκαν από τον ναυτικό διοικητή Κύπρου να εξέλθουν, για να συναντήσουν την τουρκική νηοπομπή. Επρόκειτο καθαρά για αποστολή αυτοκτονίας, δεδομένου ότι δύο τορπιλάκατοι θα αντιμετώπιζαν πέντε τουρκικά αντιτορπιλικά, των οποίων το μέγιστο βεληνεκές των πυροβόλων άγγιζε τα 17 χιλιόμετρα. Αντίθετα, οι τορπίλες των κυπριακών σκαφών είχαν δραστικό βεληνεκές 3,5 χιλιόμετρα. Έπρεπε, λοιπόν, να πλησιάσουν πολύ κοντά στην τουρκική νηοπομπή και να αντιμετωπίσουν τα πυρά αυτής αλλά και της τουρκικής Αεροπορίας.
Στις 05.23 ο κυβερνήτης της μιας τορπιλακάτου, υποπλοίαρχος Ελευθέριος Τσομάκης, από την Αθήνα, ανέφερε ότι ετοιμαζόταν προς βολή, έχοντας πλησιάσει ταχύτατα στα δύο μίλια τη νηοπομπή και βαλλόμενος συνεχώς από τα τουρκικά αεροσκάφη και αντιτορπιλικά. Το επόμενο λεπτό το σκάφος βλήθηκε και βυθίστηκε σχεδόν αμέσως. Από το δεκαμελές πλήρωμα διασώθηκε μόνο ο αρχικελευστής Διονύσης Μαγέτος, ο οποίος περιέγραψε τις τελευταίες δραματικές σκηνές των συμπολεμιστών του.
Η Κύπρος ζούσε σε όλη της την έκταση την τουρκική θηριωδία που κάτω από άλλες συνθήκες θα είχε μια εντελώς άλλη εξέλιξη. Ακολούθησαν άνισες επικές μάχες, με την Εθνοφρουρά και την ΕΛΔΥΚ να καταγράφουν σελίδες δόξας. Τα παιδιά του έθνους και της Κύπρου έγιναν ολοκαύτωμα σε μια προδομένη και άνιση μάχη με τους Αττίλες. Πολεμούσαν για την τιμή των όπλων και για την πατρώα γη. Αυτό που έγινε δεν έχει τελειώσει και το έθνος δεν έχει πει την τελευταία του λέξη. Σε αυτό τον παραλογισμό οι Αμερικανοί έπαιξαν βρόμικο ρόλο που τον ομολόγησαν άλλωστε οι ίδιοι αργότερα σε κρίσεις ειλικρίνειας.
Ο χάρτης και έγγραφα ντοκουμέντα της ενοχής
ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ έγγραφο αποδεικνύει ότι οι ΗΠΑ γνώριζαν επακριβώς πού θα σταματήσουν οι Τούρκοι εισβολείς και θα μπορούσαν, αν το επιθυμούσαν, να αποτρέψουν τα τουρκικά σχέδια. Όπως παρατηρεί σε έρευνά του ο έγκριτος δημοσιογράφος Μιχάλης Ιγνατίου στις 13 Αυγούστου του 1974, στα γραφεία της CIA σχεδιάστηκε ένας χάρτης που έδειχνε την Κύπρο διχοτομημένη. Ήταν η Κύπρος της επόμενης ημέρας, της 14ης Αυγούστου, όταν οι Τούρκοι ξεκίνησαν τη δεύτερη εισβολή και σε 48 ώρες είχαν φτάσει μέχρι τα σημεία που κατέχουν παράνομα έως σήμερα.
Ο χάρτης αυτός, που παρουσιάστηκε ως έργο μίας ομάδας διπλωματών του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, παραδόθηκε στον Χένρι Κίσινγκερ ως πρόβλεψη για το πώς θα τελειώσει η κρίση, που ξεκίνησε με την άνανδρη τουρκική εισβολή 25 ημέρες πριν. Αυτήν τη στιγμή ο χάρτης βρίσκεται στο δεύτερο όροφο των Εθνών Αρχείων των ΗΠΑ, στο Κάλεϊτζ Παρκ του Μέριλαντ. Ο χάρτης, που είναι το συγκλονιστικότερο έγγραφο-αποδεικτικό στοιχείο της ενοχής του Κίσινγκερ, ήταν μέρος των εγγράφων που έφεραν τον διακριτικό τίτλο «For eyes only» («Για τα μάτια μόνο») και τα οποία υποτίθεται ότι είχαν καταστραφεί.
Στις 13 Αυγούστου του 1974, και αφού είχε ολοκληρώσει τον κύκλο των συζητήσεών του με διπλωμάτες και πολιτικούς στη Γενεύη, την Άγκυρα και την Αθήνα, ο Κίσινγκερ κάλεσε στο γραφείο του τον Σόνενφελτ. Ο τελευταίος αποτελούσε αυτό το παράξενο μείγμα του διπλωμάτη-δικηγόρου, που δεν είχε αισθήματα. Η συνομιλία τους διακόπηκε πολλές φορές, καθώς τα τηλεφωνήματα και τα τηλεγραφήματα από τη Γενεύη έπεφταν όπως το χαλάζι. O Κίσινγκερ ρώτησε: Τι κάνουμε εάν ο Ετζεβίτ δώσει εντολή στον Γκιουνές (τον υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας) να εγκαταλείψει τη Γενεύη.
Η απάντηση ήρθε ύστερα από μερικές ώρες. Το πρωί της μοιραίας 14ης Αυγούστου και ενώ οι ορδές του Αττίλα σάρωναν τη Μεσαορία και απειλούσαν να φτάσουν στην Αμμόχωστο, ο Σόνενφελντ παρέδωσε στον Κίσινγκερ την ετυμηγορία του...
Μνημόνιο για τον υπουργό Εξωτερικών
ΧΕΛΜΟΥΤ Σόνενφελντ, 14 Αυγούστου 1974, Θέμα: Ενέργειες στην Κύπρο: «Η μόνη πιθανή βιώσιμη λύση (modus vivendi) θα πρέπει να βασισθεί σε μια ντε φάκτο διαίρεση του νησιού, όποια και αν είναι η μορφή της. Εάν οι Τούρκοι κινηθούν γρήγορα και μετά αναγκασθούν να υποχωρήσουν, ίσως προκληθεί ελληνική αντίδραση και τότε ίσως μας δοθεί η ευκαιρία να προσπαθήσουμε για μια συμφωνία (η οποία ίσως σώσει και τον Καραμανλή). Καθώς οι Σοβιετικοί μπορούν να λειτουργήσουν ως φόβητρο, πρέπει να τους κρατήσουμε σε απόσταση. Δεν μπορούν να εξελιχθούν σε διαιτητές μεταξύ συμμάχων των Ηνωμένων Πολιτειών. Έτσι θα πρέπει:
*Να προσπαθήσουμε, επειγόντως, να περιορίσουμε την ελληνική αντίδραση, τουλάχιστον για 24 ώρες.
*Να πούμε ξεκάθαρα στους Τούρκους ότι πρέπει να σταματήσουν σήμερα ή το αργότερο αύριο (tomorrow at the latest).
*Να προειδοποιήσουμε τους Τούρκους ότι η Ελλάδα κινείται ταχύτατα προς τα αριστερά.
*Να στείλουμε έναν υψηλόβαθμο αξιωματούχο στην Αθήνα για να ασκεί συνεχή και άμεση επιρροή στον Καραμανλή.
*Με δεδομένο ότι οι Τούρκοι θα καταλάβουν γρήγορα την Αμμόχωστο, να διαβεβαιώσετε ιδιωτικά τους Τούρκους (privately assure Turks) ότι θα τους εξασφαλίσουμε λύση που θα περιλαμβάνει το ένα τρίτο του νησιού, στο πλαίσιο κάποιου διακανονισμού ομοσπονδιακής φύσης.
*Να διαβεβαιώσουμε τους Έλληνες ότι θα περιορίσουμε τις τουρκικές απαιτήσεις και δεν θα επιτρέψουμε άλλους εγκλωβισμένους κ.λπ.
Οι Έλληνες είναι πιθανότατα πολύ χολωμένοι με το ΝΑΤΟ και η διαδικασία μιας συνάντησης σε υπουργικό επίπεδο είναι περίεργη. Εξάλλου, χρειάζεστε τον Ετζεβίτ και τον Καραμανλή. Αυτά και άλλα εισηγείτο ο Σόνενφελντ και ο Κίσινγκερ ακολούθησε κατά γράμμα.Το μνημόνιο προς τον Κίσινγκερ αποτελεί τρανταχτή απόδειξη του ρόλου του Χένρι Κίσινγκερ και της τότε αμερικανικής κυβέρνησης. Ο Αμερικανός υπουργός ακολούθησε πιστά μία προς μία τις οδηγίες και τις εισηγήσεις του νομικού του συμβούλου. Ο,τι σχεδιάστηκε εκείνες τις ημέρες στην Ουάσιγκτον δεν έχει αλλάξει μέχρι σήμερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου