Το ανάκτορο του Φιλίππου Β', στις
Αιγές, ήταν τρεις φορές μεγαλύτερο από τον Παρθενώνα και δεν στέγαζε
απλώς τη βασιλική οικογένεια. Ηταν ένα δημόσιου χαρακτήρα κτήριο, με
πολλές λειτουργίες, στο οποίο είχαν πρόσβαση αξιωματούχοι και απλοί
πολίτες του μακεδονικού βασιλείου. Το εντυπωσιακό αυτό Μέγαρο, έκτασης
12.000 τ.μ., έργο πιθανόν του μεγαλοφυούς αρχιτέκτονα Πυθέου, θα
ανακτήσει σύντομα την τρίτη του διάσταση.
Αρχικά, θα αναστηλωθεί η ανατολική και βόρεια πτέρυγα τού κυρίως
κτηρίου, ενώ στη συνέχεια θα δούμε να υψώνονται κάποιοι κίονες του
εσωτερικού αιθρίου, στο οποίο σχηματίζονταν στοές (σε κάποια σημεία
διώροφες). Ο χώρος αυτός, στην καρδιά του ανακτόρου, χρησίμευε και για
τη συνάθροιση κοινού, αφού χωρούσε γύρω στους 3.500 ανθρώπους.
Το κτήριο (4ου αι. π.Χ.) φαίνεται ότι καταστράφηκε μια νύχτα,
τον 1ο αι. μ.Χ., όταν «έσπασε» το βουνό, καλύπτοντας με τόνους λάσπης
όλο τον οικισμό. Οι κάτοικοι βέβαια έχτισαν ξανά τα σπίτια τους, αλλά το
παλάτι παρέμεινε στις λάσπες, με τα νερά να κατακλύζουν τις βασιλικές
αίθουσες, τις καταστόλιστες με εξαίσια μαρμαροθετήματα και ψηφιδωτά. Στα
χρόνια που ακολούθησαν, λιθολογήθηκε άγρια. Με το αρχιτεκτονικό του
υλικό (πέτρες, ακόμη και ολόκληροι κίονες) κατασκευάστηκαν σπίτια, αλλά
και τάφοι, από τη Ρωμαϊκή εποχή ώς και τους δύο τελευταίους αιώνες.
Σεισμοί, ωθήσεις γαιών και η φθορά του χρόνου, το αποτέλειωσαν. Σήμερα,
αποκαλύπτονται μόνο τα ίχνη του, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η
κατανόηση του μεγέθους και της μεγαλοπρέπειας που είχε στην ακμή του,
όταν ήταν έδρα ενός ισχυρού βασιλείου και μεγάλο διοικητικό κέντρο της
ευρύτερης περιοχής.
Ερευνώντας τα ίχνη του, η προϊσταμένη της ΙΖ' Εφορείας
Αρχαιοτήτων της περιοχής, Αγγελική Κοτταρίδη, μία από τις αγαπημένες
μαθήτριες του Μανόλη Ανδρόνικου, προσπαθεί να συντηρήσει και να
αναστηλώσει ό,τι έχει απομείνει από αυτό, για να φανεί η έκταση που
είχε, αν όχι η μεγαλοπρέπειά του. Με το ιδιαίτερο ταμπεραμέντο που τη
διακρίνει, υποστήριξε με πάθος στο Αρχαιολογικό Συμβούλιο την
αρχιτεκτονική μελέτη της Ολυμπίας Φελεκίδου, που παρουσιάστηκε και
εγκρίθηκε με ευμενέστατα σχόλια.
Η μελέτη προβλέπει τη στερέωση, ανάταξη και αναστήλωση της
ανατολικής και βόρειας πτέρυγας του κεντρικού τμήματος του κτηρίου.
Σύμφωνα με την κ. Κοτταρίδη, μεγάλος εχθρός του ανακτόρου, εκτός από το
χρόνο, είναι η ίδια η φύση. «Οι πέτρες του, χωρίς υπερβολή...
φυτρώνουν», γιατί το κτήριο είναι κατασκευασμένο από πωρόλιθο, ο οποίος
έχει την ιδιότητα, μόλις έρθει σε επαφή με το νερό, να βγάζει βρύα και
χόρτα. Φταίει και το υπέδαφος, όπως εξήγησε, γιατί είναι μαλακό και
συγκρατεί την υγρασία. Ως εκ τούτου, πρέπει να γίνουν αποστραγγιστικά
έργα και μια ειδική μελέτη για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα οριστικά.
Ηδη, έχουν γίνει κάποια προκαταρκτικά έργα προς αυτή την κατεύθυνση,
γιατί το αρχαίο «κολυμπούσε στα νερά», όπως χαρακτηριστικά είπε.
Παραδόξως, τα μέλη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, που
συνήθως δεν ενθαρρύνουν τους αναστηλωτές για μεγάλης έκτασης επεμβάσεις,
ώστε να μην αλλοιώνεται ο χαρακτήρας των μνημείων, στην περίπτωση αυτή
προέτρεψαν τους μελετητές να σηκώσουν και τη δεύτερη σειρά κιόνων, που
υπήρχε στην εσωτερική αυλή κατά την αρχαιότητα. Από την πλευρά της, η κ.
Κοτταρίδη δήλωσε την πρόθεσή της να ζητήσει από το Λούβρο ένα
κιονόκρανο και κάποιους σφονδύλους κιόνων, που βρίσκονται εκεί από το
19ο αιώνα. «Εχει εντοπιστεί περίπου το 70% του αρχαίου υλικού στα σημεία
που θα γίνει η επέμβαση», τόνισε, διευκρινίζοντας πως το επόμενο βήμα
θα είναι η αναστήλωση κάποιων τοίχων του κτηρίου, σε ύψος 1-2 δόμων, από
το σωζόμενο αρχαίο υλικό. Τα κατώφλια που λείπουν θα ανακατασκευαστούν
με τεχνητό λίθο.
Σχεδιαστική αναπαράσταση του ανακτόρου των Αιγών |
http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=408773
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου