Κυριακή 10 Οκτωβρίου 2010

Η ΧΕΙΜΑΡΡΑ ΠΗΓΗ TOΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ -Δυστυχισμένη Βόρειος Ήπειρος (Οδοιπορικό 1913 - Απελευθέρωση - Αυτονομία)


Ο ΡΕΝΕ ΠΥΩ

Η ΧΕΙΜΑΡΡΑ
ΠΗΓΗ TOΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
Rene Puaux 
Δυστυχισμένη Βόρειος Ήπειρος
(Οδοιπορικό 1913 - Απελευθέρωση - Αυτονομία)
Πρόλογος - Σχόλια - Χρονικό: Αχ. Γ. Λαζάρου
Μετάφραση: Α. Αχ. Λαζάρου
 

Χειμάρρα, 8 Μαΐου
      Αυτή η εντύπωση της εναγώνιας παρακλήσεως που τόσο με συγκίνησε στα άλλα χωριά, στη Χειμάρρα εξαλείφθηκε τελείως. Οι Χειμαρριώτες δεν υπέφεραν από τον τουρκαλβανικό ζυγό γιατί είχαν εξασφαλίσει προνόμια. Εδώ και αιώνες είχαν σχηματίσει ένα είδος κράτους εν κράτει. Μία ελληνική 126 περιοχή με αυτονομία, την οποία η τουρκι­κή κυβέρνηση αναγκάστηκε να αποδεχθεί. Η επαρχία της Χείμαρρας περιλαμβάνει επτά χωριά: Χειμάρρα, Κήπαρο, Βουνό, Δρυμάδες, Παλάσσα, Πυλιόρι και Κουβέτσι με 12.000 κατοίκους, οι οποίοι πληρώνουν στην Υψηλή Πύλη συνολικά 16.000 φράγκα το χρόνο. Αυτός ο φόρος γινόταν δεκτός με ευγνωμοσύνη, επειδή η Υψηλή Πύλη πίστευε πως απαιτώντας παραπάνω δεν θα έπαιρνε τίποτε απολύτως. Μ' αυτές τις συνθήκες οι Χειμαρριώτες, πραγματικοί Έλληνες127 από αιώνες, δεν έδειχναν καμιά ανησυχία για το μέλλον. Εάν η ευρωπαϊκή διπλωματία ήθελε να τους προ­σαρτήσει στο βασίλειο του Εσσάτ πασά ή του Κεμάλ πασά ή οποιουδήποτε άλλου φανταστικού Αλβανού μονάρχη, εκεί­νοι θα συνέχιζαν πολύ απλά την ανεξάρτητη πολιτική του παρελθόντος. Εκεί όπου η οθωμανική αυτοκρατορία απέτυ­χε να επιβάλει τους νόμους της, ο βασιλιάς του Σκουτάρι είχε πολύ λίγες πιθανότητες να επιβάλει τους δικούς του.
Ο ΛΟΧΑΓΟΣ ΣΠΥΡΟΣ ΣΠΥΡΟΜΙΛΙΟΣ
Δεν θα μπορούσα να διηγηθώ εδώ την ιστορία της Χειμάρρας από τον 15ο αιώνα, όταν οι Χειμαρριώτες αποτέλε­σαν, με τη γαλανόλευκη σημαία, τα χρώματα των Ελλήνων, ένα επίλεκτο σώμα στα στρατεύματα του Γεωργίου Καστριώτη128, ο οποίος μαχόταν ενάντια στους σουλτάνους. Η Χει­μάρρα ήταν τότε μία επαρχία διπλής σπουδαιότητας. Ο Αλή πασάς κατόρθωσε με τη μέθοδο του αφανισμού και της τρο­μοκρατίας να εξισλαμίσει129 μερικά χωριά από την άλλη πλευρά του βουνού. Παρ' όλα αυτά, η επαρχία εξακολουθού­σε να αποτελεί έως το 1833 ξεχωριστή ελληνική επισκο­πη130. Μέχρι σήμερα οι Χειμαρριώτες με την παλικαριά τους (και είναι πάρα πολύ καλοί σκοπευτές, όπως οι Ελβε­τοί) έχουν απολαύσει το προνόμιο να οπλοφορούν, να μην πληρώνουν έγγειο φόρο και καπνικό φόρο και απαλλάχθηκαν από τους τελωνειακούς δασμούς.
 Αυτοκυβερνώνται με το αρχέγονο σύστημα της δημογεροντίας (λαϊκή γερουσία). Οι οκτώ αρχαιότεροι στα χωριά απονέμουν τη δικαιοσύνη και διοικούν την κοινότητα. Για τις υποθέσεις που αφορούν ολόκληρη την επαρχία οι δημογέροντες συγκεντρώνονται στο κυριότερο χωριό της Χειμάρρας και αυτός ο πατριαρχικός θεσμός αρκεί για να εξασφαλίσει την τάξη και την ηρεμία.
 Τα τελευταία χρόνια, η τουρκική κυβέρνηση, η οποία ποτέ δεν είχε κανέναν αντιπρόσωπο στην επαρχία, έκρινε ότι για λόγους γοήτρου έπρεπε να στείλει κάποιον. Και πράγματι επέσπευσε την αποστολή έπαρχου, χότζα, δικα­στή, εισαγγελέα, δύο γραμματέων για τους δύο προηγούμε­νους κυβερνητικούς υπαλλήλους, μερικών χωροφυλάκων και δύο τηλεγραφητών. Τα άτομα αυτά έμεναν στην είσοδο του χωριού σε δύο κτίρια που κτίστηκαν αποκλειστικά γι' αυτά και ήλθαν σε επαφή με τον πληθυσμό, που αποδέχθηκε την παρουσία τους με σχετική ευκολία, δεδομένου ότι δεν ήταν καθόλου ενοχλητικά. Φοβισμένοι από την αδιάφορη στάση των Χειμαρριωτών οι Τούρκοι υπάλληλοι δεν το κουνούσαν από το κατάλυμά τους, αρκούμενοι να πληροφορούν τους προϊσταμένους τους στην Κωνσταντινούπολη για τα φιλελ­ληνικά αισθήματα των διοικούμενων τους. Κάποτε έφτανε κάποια διαταγή φυλακίσεως κάποιου Χειμαρριώτη αλλά μπροστά στην αδυναμία πραγματοποιήσεως της, ο δυστυχής έπαρχος αναφερόταν στα Ιωάννινα και η υπόθεση τελείωνε εκεί.
 Οι Χειμαρριώτες έδειχναν πλήρη αδιαφορία για την παρουσία των τουρκικών αρχών. Στο εξωτερικό γράφονταν στα ελληνικά προξενεία. Πολλοί από αυτούς ήταν Έλληνες αξιωματικοί και παρά την ιδιότητα αυτή επέστρεφαν στην Χειμάρρα, για να επισκεφθούν τα σπίτια τους. Πάντως η κατάσταση ήταν λεπτή γι' αυτούς γιατί και η συνεχής ανυ­ποταξία κρύβει κινδύνους. Όταν μάλιστα αποφασίστηκε η στρατολογία των χριστιανών στον τουρκικό στρατό, 700 νέοι Χειμαρριώτες προτίμησαν την ξενιτιά (πολλοί απ' αυτούς ήρθαν στη Γαλλία, και ιδίως στο Σαιν-Ετιέν με τα μεταλλουργεία), παρά να κρύβονται από τις τουρκικές αρχές. Όλοι όμως αυτοί, τη στιγμή της κηρύξεως του πολέ­μου επέστρεψαν για να καταταχθούν στον Ελληνικό131 στρατό.
 Η άνοδος των Νεότουρκων στην εξουσία δεν άλλαξε καθόλου την κατάσταση αλλά μετέβαλε την τακτική.
Ο νέος έπαρχος επεδίωξε να μεταστρέψει τα φιλελλη­νικά αισθήματα των Χειμαρριωτών προσπαθώντας να τους εξηγήσει τα πλεονεκτήματα της ένωσης τους με τον Ισμαήλ Κεμάλ132 και τους Αλβανούς ενάντια στην Υψηλή Πύλη. Η απόπειρα απέτυχε. Οι Χειμαρριώτες δεν άκουγαν παρά μονάχα τη φωνή ενός από τους συμπατριώτες τους, από­στρατου Έλληνα αξιωματικού, του Σπύρου Σπυρομήλιου133, του Βενιζέλου των Κρητών της Ηπείρου. Σύμφωνα μ' αυτήν δεν έπρεπε να υπάρχει παρά μόνο ένα πολιτικό δόγμα στη Χειμάρρα: η ένωση με την Ελλάδα. Κανένας άλλος συν­δυασμός δεν μπορούσε να υπάρξει. Μήπως οι δωρεές των Χειμαρριωτών που είχαν πλουτίσει στη Ρωσία και την Αίγυπτο, αυτές οι κληροδοσίες των εκατοντάδων χιλιάδων φράγκων για την Εκκλησία και τα ελληνικά σχολεία της Χειμάρρας, μήπως είχαν γίνει για να υποστηρίξουν τις μηχανορραφίες του Τουρκαλβανού έπαρχου;
 Τις πρώτες μέρες του περασμένου Οκτωβρίου, ο έπαρχος γνωστοποίησε με τον κ. Ανδρέα Δήμα —αρμόδιο για τις επαφές μεταξύ των κατοίκων και των τουρκικών αρχών — ότι η Τουρκία καλούσε στα όπλα όλους τους πολίτες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η απάντηση σε αυτή την ανακοίνωση ήταν η γενική αδιαφορία. Ταυτόχρονα οι Χειμαρριώτες πείστηκαν ότι ο πόλεμος δεν θα αργούσε να ξεσπάσει. Διότι σ' αυτή την πλευρά της Ηπείρου οι ειδήσεις φτάνουν σπάνια και δύσκολα και ο Τούρκος τηλεγραφητής δεν ανεκοίνωνε τα τηλεγραφήματα που έπαιρνε από τα Ιωάννινα.
 
Μια μεγάλη κινητοποίηση παρατηρήθηκε στη Χειμάρρα. Γέμισαν τις φυσιγγιοθήκες και περίμεναν. Την 18η του μηνός, ώρα 6 το απόγευμα, ο τηλεγραφητής άφηνε να διαρρεύσει η είδηση της κηρύξεως του πολέμου, την οποία είχε μόλις λάβει. Την 19η η είδηση επιβεβαιώθηκε επίσημα. Είδαν τότε να κατεβαίνουν απ' το βουνό οι λίγοι δημόσιοι υπάλληλοι και οι Τούρκοι χωροφύλακες, που είχαν διασκορπιστεί, και να συγκεντρώνονται σε αυτό που οι εδώ Έλληνες ονομάζουν Καστέλλο, τα δύο κτίρια της πλατείας στα ριζά του χωριού. Συγκεντρώθηκαν εκεί καμιά σαρανταριά άνθρωποι. Για ένα μήνα, ενώ ο πόλεμος μαινόταν στη Θράκη, τη Μακεδονία και τη νότια Ήπειρο, στη Χειμάρρα ζούσαν εν αναμονή. Τρεις Τούρκοι κατέβαιναν κάθε πρωί στην αγορά για να προμηθευτούν λαχανικά και κρέας και επέστρεφαν στο Καστέλλο, όπου οι άλλοι περνούσαν ζωή φυλακισμένων.
 Κατά το διάστημα αυτό, οι Χειμαρριώτες ζούσαν με τα μάτια στραμμένα στη θάλασσα προς τη μεριά της Κέρκυρας. Ο κ. Ιωάννης Σπυρομήλιος, που επέστρεψε την 6η Νοεμβρίου στη Χειμάρρα, ανακοίνωσε ότι ο αδελφός του ετοίμαζε κάτι, αλλά ο ίδιος δεν γνώριζε ούτε τη σπουδαιότητα ούτε την ημερομηνία.
Την 18η Νοεμβρίου, ώρα 8 το πρωί, ο κ. Ιωάννης Σπυρομήλιος, ο οποίος κοιμόταν ακόμα (στο δωμάτιο μάλιστα όπου γράφω το κείμενο τούτο) άκουσε φωνές. Η γυναίκα του πήδησε από το κρεβάτι και ανοίγοντας το παράθυρο έμαθε από τη γειτόνισσα πως είχαν φθάσει πλοία και πως είχε ακούσει και μια κανονιά.
Ο κ. Σπυρομήλιος έτρεξε στο μπαλκόνι του σαλονιού απ' όπου χαίρεται τη γενική θαυμάσια θέα του όρμου. Πράγματι είδε τρεις κανονιοφόρους στο νότιο φυσικό ορμίσκο, που οι Έλληνες ονομάζουν Ποταμό. Όλο το χωριό βρισκόταν στο πόδι, ζητωκραυγές ανταλλάσσονταν μεταξύ των χωρικών που κατηφόριζαν προς την παραλία από τα σκαλοπάτια και τις βυζαντινές καμάρες. Όλη αυτή την ώρα, αγωνία κυριαρχούσε στο τουρκικό κατάλυμα.
 Ο Ανδρέας Δήμας μαζί με δύο γέροντες τους επισκέφθηκε. Ο ένας μάλιστα από τους Τούρκους, που τυχαία βρέθηκε στο γειτονικό ύψωμα του Αγίου Θεοδώρου, είχε έλθει για να δώσει το σήμα συναγερμού. Οι σαράντα υπάλληλοι του σουλτάνου βγήκαν από το Καστέλλο και συσκέπτονταν ποια κατεύθυνση να ακολουθήσουν, για να διαφύγουν. Ο κ. Δήμας τους διαβεβαίωσε, και ιδιαίτερα το γραμματέα του εισαγγελέα, ο οποίος έκλαιγε, πως οι Έλληνες δεν θα τους έκαναν κακό134. Μισή ώρα αργότερα ακούγονταν αλλεπάλληλοι πυροβολισμοί. Είναι το έθιμο αυτής της χώρας να εκδηλώνεται η χαρά με πυροβολισμούς. ( Έχω και εγώ πείρα αυτής της συνήθειας. Χθες σε μια προσπάθεια να ξεκουραστώ, καμιά εικοσαριά πατριώτες, όταν πληροφορήθηκαν την παρουσία μου, κατέβηκαν από το βουνό όπου είχαν ανεβεί εσπευσμένα ακούγοντας το θόρυβο από κάποια αλβανική συμπλοκή, ήρθαν και άδειασαν τα τουφέκια τους κάτω από τα παράθυρα μου.) Η άφιξη των 200 Κρητικών και Ηπειρωτών εθελοντών του Σπυρομήλιου είχε κορυφώσει τον ενθουσιασμό.
 Οι Τούρκοι επέστρεψαν βιαστικά σε ένα από τα κτίρια του Καστέλλου (το οποίο χρησιμοποιείται τώρα ως στρα­τώνας των ελληνικών αποσπασμάτων). Μόνο οι δύο τηλε­γραφητές προσπάθησαν να προβάλουν κάποια αντίσταση και πυροβόλησαν κατά των ερχομένων. Οι τουρκικές αρχές και οι χωροφύλακες δεν παραδίδονταν παρά μόνο σε απόσπασμα τακτικού ελληνικού στρατού, το οποίο εκπροσώπησαν ένας αξιωματικός του ναυτικού και λίγοι ναύτες, τους οποίους εσπευσμένα αναζήτησαν για την εκπλήρωση αυτής της δια­δικασίας. Οι κατ' ευφημισμόν αρχές του σουλτάνου ύστερα από μερικά χρόνια άκαρπης προσπάθειας έπαψαν να υπάρ­χουν στην Χειμάρρα. Οι χωροφύλακες, οι τρεις δικαστές, ο εισαγγελέας, ο μουφτής και ο γραμματέας του, ο ταμίας και ο γραμματέας του, ο ένας από τους τηλεγραφητές (ο άλλος είχε σκοτωθεί), ο τελωνειακός και ο γιατρός στάλθηκαν στην Κέρκυρα. Όσο για τον έπαρχο εδώ και δύο εβδομάδες είχε φύγει...
 Η αποστολή όμως δεν είχε ακόμα τελειώσει. Στα αλβανικά χωριά βλέποντας τις πρώτες αποτυχίες του ελλη­νικού στρατού στην επίθεση κατά των Ιωαννίνων πήραν θάρρος. Πίστευαν ότι δεν θα έφταναν ποτέ οι  Έλληνες ως αυτούς. Την 1η Δεκεμβρίου στο Πυλιόρι, την 3η Δεκεμ­βρίου στα Λόγαρα, την 9η Φεβρουαρίου πάλι στο Πυλιόρι, όπου χρειάστηκε να συγκρουστούν.
 Στην πρώτη συμπλοκή οι Έλληνες είχαν 7 νεκρούς και 5 τραυματίες, στη δεύτερη πέντε νεκρούς και δύο τραυματίες και στην τρίτη δύο νεκρούς και δώδεκα τραυματίες. Οι τουρκικές απώλειες είναι άγνωστες. Η εξιστόρηση των μαχών, ειδικά στη μεσογειακή λεκάνη, έχει εύκολη την αριθμητική υπερβολή. «Ήμασταν 350 ενάντια σε 3.500!» μου έλεγαν καθώς απο­λαμβάναμε τον καφέ μας κατά τον τουρκικό τρόπο.
 Αφού δεν είμαι ο Ξενοφών135 αυτής της εποποιίας, από τις διάφορες ιστορίες που μου διηγήθηκαν θέλω να συγκρατήσω δύο ανέκδοτα. Κατά την τελευταία σύγκρουση, εκείνη της 9ης Φεβρουαρίου, ο τακτικός τουρκικός στρατός έστειλε από το Δέλβινο 500 άνδρες και δύο κανόνια. Το μουλάρι που μετέφερε το πρώτο έπεσε σε έναν γκρεμό. Το δεύτερο το έκλεψαν οι Αλβανοί σ' ένα χωριό, όπου είχε σταθμεύσει το τουρκικό απόσπασμα. Το αρπακτικό ένστικτο των Αλβανών αποδείχθηκε ισχυρότερο από το στρατιωτικό καθήκον!136
 Όταν δόθηκε η ίδια αυτή μάχη, στη Χειμάρρα δεν είχαν μείνει παρά μόνο τρία πρόσωπα. Όλοι οι άλλοι, γυναίκες και παιδιά, βρίσκονταν μαζί με το στρατό στο βουνό. Και ήταν οι γυναίκες που μετέφεραν τα πολεμοφόδια.
 Σήμερα στην επαρχία αυτή υπάρχουν 2.000 άνδρες του τακτικού στρατού, που υποστηρίζονται από όλους τους εθε­λοντές. Όλοι οι άνδρες —-ανεξαρτήτως ηλικίας— οπλοφορούν. Σε μία συνομιλία που είχα με ένα ηλικιωμένο παλικάρι, που φορούσε φουστανέλα —εθνικό ένδυμα137—, μου δήλωσε: «Είμαι εξήντα πέντε χρονών μα θέλω να ζήσω μέχρι την τελική ένωση μας με την Ελλάδα και κρατώ ακόμα καλά το τουφέκι μου». Και μου έτεινε ένα μάνλιχερ138, προειδοποιώντας με: «Είναι γεμάτο!».
 Όλες αυτές τις αναμνήσεις, όλα αυτά τα ανέκδοτα μου τα διηγούνται στο σαλόνι του Ιωάννη Σπυρομήλιου. Καναπέ­δες και καρέκλες είναι κατά μήκος των τοίχων, στους οποίους κρέμονται παλαιές εικόνες του βασιλιά και της βασίλισσας της Ελλάδας, καθώς και του Σαντί Καρνό139 δίπλα σε αναρίθμητες οικογενειακές φωτογραφίες. Πάνω σε μια κλειστή πόρτα είναι ζωγραφισμένη στον ασβέστη με γαλάζιο χρώμα η ελληνική γενεαλογία των Σπυρομήλιων και απέναντι, σαν σε διάζωμα, μια αρχαϊκή τοιχογραφία της Κέρκυρας, της εποχής των Βενετών, κοσμεί τον τοίχο.
 Στο σαλόνι είναι συγκεντρωμένοι προύχοντες, στρατιωτικοί, άνθρωποι των οποίων το βλέμμα σπιθίζει ευφυΐα και πονηριά. Μου απευθύνουν το λόγο στα γαλλικά. Αυτή την ώρα κρατώ στο χέρι μου ένα μικρό τριαντάφυλλο, το οποίο ένας νεαρός βοσκός, ο Μήλιος Μπολάνος140, πήγε να κόψει για μένα στο λόφο του Αγίου Μιχαήλ και μου το πρόσφερε, με ένα χαμόγελο ευχαρίστησης, όταν έβγαινα από το Καστέλλο.


Σημειώσεις:
126. Την περιοχή ο Πυώ αποκαλεί αβίαστα ελληνική, αλλά οι Αλβανοί σήμερα αρνούνται την ελληνικότητα της.
127. Επανέρχεται ο Πυώ στους κατοίκους της Χείμαρρος και με φυσικότητα εκπληκτική διακηρύσσει ότι είναι Έλληνες, μάλιστα πραγ­ματικοί. Βλ. και Φ. Μιχαλόπουλου, «Χειμάρρα, κοιτίδα του ανατολικού αρματολισμού», Nεα Εστία 29 (1941) 176-179.
128. Βλ. Καρτάλη, Ιά., 8. Ελληνική Επιτροπή Σπουδών ΝΑ Ευρώπης - Κέντρο Σπουδών ΝΑ Ευρώπης, Συμβολή στη Βαλκανική Βιβλιογραφία, Επιμ. - Πρόλογος Τ.Π. Γιοχάλα, Αθήνα 1987, 317. Άχ. Γ. Λαζάρου, Βόρειος Ήπειρος, 26-27.
129. Φαίνεται περίεργο. Διότι κατά (Βάθος ο Αλή πάσας δεν δια­κρινόταν για την πίστη του, μολονότι προσποιόταν τον μπεκτασή.
130. Κατά την Ελευθερία Νικολαΐδου, Οι κρυπτοχριστιανοί της Σπαθίας, 27, «μεγάλη έκταση πήραν οι εξισλαμισμοί ύστερα από το θάνατο του Αλή πάσα».
131. Οι Βορειοηπειρώτες είτε ελληνόφωνοι είτε αλβανόφωνοι και γενικά οι απανταχού Αρβανίτες σε όλους τους πολέμους έσπευσαν να βοηθήσουν την πατρίδα τους. Βλ. Κ. Χρ. Χρήστου, Αγωνιστές του ‘21 περιοχής τέως δήμου Πλαταιέων (Συμβολή στη νεότερη ιστορία των χωριών),. Αθήνα 1984, 80 κ.ε.
132· Άλλοτε ο ίδιος πίστευε ότι είναι προτιμότερη «μια Ελλάς φίλη και σύμμαχος από μία Ιταλία που εποφθαλμιά την Αλβανία, έτοι­μη να στραγγαλίσει την ελευθερία των Αλβανών». Πβ. Σπ. Στούπη, Ηπειρώτες και Αλβανοί. Η προσφορά της Ηπείρου προς το έθνος. Εκδόσεις ΙΒΕ, Ιωάννινα 1976, 104.
133. Ο Σπ. Σπυρομήλιος (1864-1930) είναι ο αρχηγός της Χειμάρρας κατά την εξέγερση των Χειμαρριωτών κατά των Τούρκων το 1913.
134. Φανερώνει την ανωτερότητα των Ελλήνων στη μεταχείριση των αδυνάτων.
135. Ο πρώτος στην ιστορία πολεμικός ανταποκριτής!
136. Η έννοια του καθήκοντος επικεντρωνόταν στο πλιάτσικο, στη λεία, στα κλοπιμαία.
137. Αυτός είναι ο ορθός ορισμός.
138. Και μάννλιχερ. Είναι οπισθογεμές επαναληπτικό όπλο αυτό­ματης οπλίσεως, που οφείλει το όνομά του στον εφευρέτη του Αυστριακό μηχανικό και οπλομηχανικό Φερδινάνδο φον Μάννλιχερ (1848-1904).
139. Της ονομαστής γαλλικής οικογένειας της Βουργουνδίας. Γεννήθηκε το 1837 και δολοφονήθηκε από τον Ιταλό αναρχικό Καζέριο. Διετέλεσε το 1887 πρόεδρος της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας.
140. Υπάρχει τοπωνύμιο, όρμος της ΒΑ Κερκύρας, Μπολάνα.

Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ο ΚΑΙΡΟΣ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ


Profile Visitor Map - Click to view visits